- διαγγελία
- διαγγ-ελία, ἡ,A notification, J.BJ3.8.5.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
διαγγελία — η (AM διαγγελία) [διάγγελος] η επίσημη γνωστοποίηση με διαγγελέα … Dictionary of Greek
διαγγελίας — διαγγελίᾱς , διαγγελία notification fem acc pl διαγγελίᾱς , διαγγελία notification fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαγγελίαι — διαγγελίᾱͅ , διαγγελία notification fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)